Δευτέρα 28 Μαρτίου 2011

Δεν τραγουδώ παρά γιατί μ'αγάπησες

Δεν τραγουδώ παρά γιατί μ’ αγάπησες
σε περασμένα χρόνια.
Και σε ήλιο, σε καλοκαιριού προμάντεμα
και σε βροχή, σε χιόνια,
δεν τραγουδώ παρά γιατί μ’ αγάπησες.

Μόνο γιατί με κράτησες στα χέρια σου
μια νύχτα και με φίλησες στο στόμα,
μόνο γι’ αυτό είμαι σαν κρίνο ολάνοιχτο
κι έχω ένα ρίγος στην ψυχή μου ακόμα,
μόνο γιατί με κράτησες στα χέρια σου.

Μόνο γιατί όπως πέρναγα με καμάρωσες
και στη ματιά σου να περνάει
είδα τη λυγερή σκιά μου ως όνειρο
να παίζει, να πονάει,
μόνο γιατί όπως πέρναγα με καμάρωσες.

Γιατί, μόνο γιατί σε σεναν άρεσε
γι’ αυτό έμειν’ ωραίο το πέρασμά μου.
Σα να μ’ ακολουθούσες όπου πήγαινα
σα να περνούσες κάπου εκεί σιμά μου.
Μόνο γιατί σε σεναν άρεσε.

Μόνο γιατί μ’ αγάπησες γεννήθηκα
γι’ αυτό η ζωή μου εδόθη.
Στην άχαρη ζωή την ανεκπλήρωτη
μένα η ζωή πληρώθη.
Μόνο γιατί μ’ αγάπησες γεννήθηκα.

Μονάχα για τη διαλεχτήν αγάπη σου
μου χάρισε η αυγή ρόδα στα χέρια.
Για να φωτίσω μια στιγμή το δρόμο σου
μου γέμισε τα μάτια η νύχτα αστέρια,
μονάχα για τη διαλεχτήν αγάπη σου.

Μαρία Πολυδούρη


Ιδρώτας, δάκρυ, θάλασσα

Και ξαφνικά ένας κόσμος ανοίγεται μπροστά μου.
Ενας κόσμος από υλικά ανείπωτα.
Και ξαφνικά, δεν ξέρω αν θέλω να παράσω το κατώφλι του.
Αν θέλω να γευτώ τους καρπούς που μου τάζει.
Αν θέλω να μείνω στη γνώριμη μιζέρια μου.
Κι ύστερα πάλι εσύ.
Μ' αεροπλάνα και βαπόρια στα όνειρά μου.
Κι ύστερα εσύ στα τηλέφωνα.
Και στον κόσμο που ανοίγεται μπροστά μου,
τόσο ξένος και τόσο οικείος μαζί.
Κι ύστερα κάπου διάβασα πως ότι γιατρεύει είναι νερό κι αλάτι.
Ιδρώτας, δάκρυ και θάλασσα.
Φοβάμαι.
Πως σε μένα γιατρεύουν.
Μα όχι παντοτινά.

____________________________________________________

[...]Φοβάμαι
πως δε θ' αντέξω την ομορφιά
Κοιμάμαι
μα έχω τα μάτια μου ανοιχτά
Θυμάμαι
τι μου 'χες πει μια νυχτιά
Πριν ονειρευτώ, να σιγουρευτώ πως θα 'χω τα βλέφαρα μου κλειστά


Δεν είναι ο κόσμος σου αυτός
είναι διαφορετικός
σου 'χα πει μια νυχτιά, θυμάμαι

Πως ότι φαίνεται είναι αλλιώς

κι ότι φτιάχνεις, ουρανός
με βροχή, με φωτιά
φοβάμαι


Βρήκα μια θάλασσα κρυφή
ήπια μια θάλασσα στυφή
μου 'κανε δώρο ένα ξερόβραχο ζωή
και εγώ σ' αυτή μια τελευταία αναπνοή[...] | 
Ρόδες.








Παρασκευή 18 Μαρτίου 2011

Παρ.ερμηνεία

Κλείνεις τ' αυτιά σου  ;
Τα 'χεις όλα στο μυαλό σου ;
Έτοιμα ;
Καμωμένα ; Τελειωμένα ;

Κλείνεις τα μάτια σου ;
Τί φοβάσαι ;
Μην φύγω ;
Γιατί δεν κάνεις κάτι ;

Τί αρνείσαι ;
Εσένα ;
Εμένα ;
Πολύ ωραία.

Τί θες από μένα ;
Τις καλές μου στιγμές ;
Δεν θες εμένα ;
Τι ζητάς ;

Δεν είμαι ΜΟΝΟ έτσι.
Δεν είμαι φωτογραφία.
Ούτε στιγμυότυπο
...από ταινία.
Είμαι άνθρωπος.
Βλέπεις ;
Αισθάνομαι.
Πονάω.
Βιώνω.
Την κάθε στιγμή.
Λέξη.
Φράση.

Δεν είμαι κλόουν.
Η μύτη μου είναι κόκκινη απ' το κλάμα.
Γελάς ;
Τώρα ;


Όταν δεν μιλάω είναι όλα εντάξει.
Μα δεν είμαι κινούμενο σχέδιο.
Κοίτα με!
Εγώ είμαι.
Θυμάσαι ;

Είχες πεί θα με κάνεις ευτυχισμένη.
Βραχυπρόθεσμη μνήμη ;
Αμνησία ;
Τί ;

Δεν θα φύγω.
Εδώ θα 'μαι.
Μην με παρερμηνεύεις.

Όχι πάλι.

αΘηνά.

Ίσως είμαι ένας κλόουν σε βαριά μελαγχολία...

Πέμπτη 17 Μαρτίου 2011

Στιγμιαία για πάντα

Το νερό κυλάει στο πρόσωπο
τους ώμους μου
καυτό να ξεπλύνει
τις μνήμες
τις ριπές

Κοιτάζω απ' το παράθυρο
θολό το σούρουπο
τα σύννεφα μαβιά
τα δέντρα μακριά
ακίνητα

Ο νούς μου είναι αλλού
στις αστραπές σαν
φώτιζαν τη νύχτα
στιγμιαία για πάντα

Στα λόγια που έπεφταν
στα τζάμια
βροχερά
στις υποσχέσεις
στη λάσπη

Στην προκιμαία, σκουριά
κι άλλη μια φορά
καθισμένοι
σκηνικά παρόμοια
απάντηση καμιά

Η βροντή δυναμώνει
σιωπηλή συγγνώμη
στα ίδια ακόμη
φύγε απ' δώ
Σ'αγαπώ

Το νερό κυλάει ακόμη
κρυώνει
βράδιασε πια
ακίνητοι οι δρόμοι
συγγνώμη ξανά.

αΘηνά.

Ευχαριστήριο.




Τρίτη 15 Μαρτίου 2011

Κοντομάνικο.Ποδήλατο

Αφού μπορεί η κάθε μας μέρα να 'ναι έτσι.
Χαμογελαστή κι ηλιόλουστη,
Λαμπερή και ζεστή.
Σαν αγκαλιά.
Κι αφού τα κοντομάνικα ποδήλατα,
είναι πια παντού και σφύζει η πόλη
Κι αφού τα παιδιά γελούν ακόμη
Κι ερωτεύονται αθώα.
Κι υπάρχουν φίλοι.
Να έβρισκα τους φίλους που είχα κάποτε,
και τίποτα να μην είναι ανάμεσα μας πια.
Κανένας τοίχος.
Μόνο λουλούδια και μια κόκκινη κλωστή,
δεμένη στον καρπό.
Κι η Ελένη να 'χει καιρό που έφυγε
και να κάνει ΟΝΕΙΡΑ.
Γιατί μόνο με κεφαλαία πρέπει να γράφονται
τα ΟΝΕΙΡΑ.
Κι αφού το κρασί βάφει ακόμη τα χείλη μου
και τα μεθά.
Κι αφού ο ήλιος ζεσταίνει το δέρμα μου,
κι η Αθήνα μοιάζει ομορφότερη,
Δεν μπορεί να μην υπάρχει ελπίδα.
Αρκεί να βρίσκεις χαρά σε πράγματα μικρά.
Ας ξανάβλεπα τους φίλους που έχασα,
κι ας γινόμασταν πάλι παιδιά.
Δεν με νοιάζει να μεγαλώνω.
Με νοιάζει να μην μικραίνει η ψυχή μου.
Κι εκείνο το παιδί με το ακορντεόν,
να κάνει κι αυτό ΟΝΕΙΡΑ.
Ανοιξιάτικα και φωτεινά.
Σήμερα είμαι γεμάτη. ΑΓΑΠΗ.
Απέραντη, υπέροχη αγάπη.
Κι αγαπώ και σενα και σένα και σένα.
Όποιος κι αν είσαι.
Και δεν με νοιάζει πια τί λένε,
αυτοί που απορούν με το γέλιο.
Και φοβούνται ν' αγαπήσουν.
Μονάχα τα παιδιά.
Με τα μάτια γυμνά,
σαν λίμνες κι απέραντα σαν ευχές.
Έλα. Χόρεψε.
Γέλα.

αΘηνά.



Τετάρτη 2 Μαρτίου 2011

Τα πάθη της βροχής

Εν μέσω λογισμών και παραλογισμών
άρχισε κι η βροχή να λιώνει τα μεσάνυχτα
μ’ αυτόν τον πάντα νικημένο ήχο
σι, σι, σι.
Ήχος συρτός, συλλογιστός, συνέρημος,
ήχος κανονικός, κανονικής βροχής.

Όμως ο παραλογισμός
άλλη γραφή κι άλλην ανάγνωση
μού’ μαθε για τους ήχους.
Κι όλη τη νύχτα ακούω και διαβάζω τη βροχή,
σίγμα πλάι σε γιώτα, γιώτα κοντά στο σίγμα,
κρυστάλλινα ψηφία που τσουγκρίζουν
και μουρμουρίζουν ένα εσύ, εσύ, εσύ.

Και κάθε σταγόνα κι ένα εσύ,
όλη τη νύχτα
ο ίδιος παρεξηγημένος ήχος,
αξημέρωτος ήχος,
αξημέρωτη ανάγκη εσύ,
βραδύγλωσση βροχή,
σαν πρόθεση ναυαγισμένη
κάτι μακρύ να διηγηθεί
και λέει μόνο εσύ, εσύ, εσύ,
νοσταλγία δισύλλαβη,
ένταση μονολεκτική,
το ένα εσύ σαν μνήμη,
το άλλο σαν μομφή
και σαν μοιρολατρία,
τόση βροχή για μια απουσία,
τόση αγρύπνια για μια λέξη,
πολύ με ζάλισε απόψε η βροχή
μ’ αυτή της τη μεροληψία
όλο εσύ, εσύ, εσύ,
σαν όλα τ’ άλλα νά’ ναι αμελητέα
και μόνο εσύ, εσύ, εσύ.


Κική Δημουλά